Ἀντικυρέα

Ἀντικυρέα
Ἀντικυρέᾱ , Ἀντικυρεύς
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ἀντικυρέας — Ἀντικυρέᾱς , Ἀντικυρεύς masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αντίκυρα — Ονομασία αρχαίων ελληνικών πόλεων. 1. Πόλη του Κορινθιακού κόλπου, χτισμένη από τον Αντικυρέα, που θεράπευσε τους παροξυσμούς του Ηρακλή. Καταστράφηκε από τον Φίλιππο στον Ιερό Πόλεμο, αλλά ξαναχτίστηκε. Στον Ρωμαιομακεδονικό πόλεμο, την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”